Γιατί οι εγκέφαλοί μας θέλουν coaching;

Αν και οι δραστηριότητες του ανθρώπινου εγκεφάλου είναι περίπλοκες, οι νευροεπιστήμονες ανακάλυψαν ότι η δομή του εγκεφάλου δεν είναι προκαθορισμένη και σταθερή. Αυτό σημαίνει ότι μπορούμε να αλλάξουμε τη συνεχιζόμενη ανάπτυξη του εγκεφάλου μας και συνεπώς τις δυνατότητές μας. Αυτή είναι η λεγόμενη «πλαστικότητα του εγκεφάλου». Αυτό το χαρακτηριστικό είναι ένα υπέροχο πλεονέκτημα στο coaching!

Η κύρια δυσκολία στην coaching διαδικασία δεν είναι η περιγραφή της πραγματικότητας ή η διαμόρφωση στρατηγικής, αλλά η εφαρμογή μιας αλλαγής, η λήψη βημάτων προς τα εμπρός. Αυτό γίνεται γιατί υπάρχουν αντικρουόμενες δυνάμεις που εργάζονται «υπέρ» και «κατά» μιας αλλαγής.

Η πρώτη πρόκληση που αντιμετωπίζουν οι Coaches, είναι ότι στον ανθρώπινο εγκέφαλο δεν αρέσει η αλλαγή. Ο εγκέφαλος ευδοκιμεί σε ό,τι είναι οικείο, σίγουρο και γνωστό, γιατί απαιτεί λιγότερη ενέργεια και επομένως λιγότερο ρίσκο. Οι εγκέφαλοι είναι κατασκευασμένοι να ανιχνεύουν αλλαγές στο περιβάλλον και να στέλνουν ισχυρά ‘σήματα’ για να μας προειδοποιούν για οτιδήποτε ασυνήθιστο. Αυτά τα σήματα είναι σχεδιασμένα να αποσπούν την προσοχή μας και να υπερνικούν τις λογικές σκέψεις μας. Συνεπώς, έχουμε φυσική αντίσταση στην αλλαγή και χρειάζεται ισχυρή θέληση και προσπάθεια για να ξεπεραστεί αυτή η νοητική δραστηριότητα.

Επιπλέον, από άποψη ομοιόστασης, όταν προσπαθούμε να αλλάξουμε κάποιον, αυτός θα προβάλλει μεγαλύτερη αντίσταση. Για αυτό και οι Coaches δεν προσπαθούν να πιέσουν κάποιον να πραγματοποιήσει μια αλλαγή, αλλά του επιτρέπουν να φτάσει μόνος του σε αυτό το συμπέρασμα. Και μετά η δουλειά προς την αλλαγή μπορεί να ξεκινήσει.

Στο coaching συχνά ζητάμε από τον Πελάτη να έχει μια ευρύτερη, πιο μακροπρόθεσμη και θετικά εστιασμένη άποψη. Αυτό είναι σημαντικό γιατί διαφορετικά τα άτομα τείνουν να πιαστούν από τα αρνητικά ζητήματα που φαίνονται σημαντικά εκείνη την εποχή, αλλά πιθανώς να μην έχουν σημασία σε ένα ευρύτερο πλαίσιο. Μια ευρύτερη εστίαση επιτρέπει στα άτομα να δουν τι πραγματικά έχει μεγαλύτερη σημασία για αυτούς και στη συνέχεια να το μετατρέψουν σε ένα όραμα που μπορεί να τους παρακινήσει να προχωρήσουν και να τους προσφέρει μια ισχυρότερη αίσθηση του νοήματος στη ζωή. Αυτό με τη σειρά του επιτρέπει στα άτομα να αντιμετωπίσουν καλύτερα το άγχος της αλλαγής και να διατηρήσουν μία στάση προσωπικής ανάπτυξης.

Η ενασχόληση με τον ιδανικό εαυτό ή το προσωπικό όραμα ενός ατόμου είναι βασική κινητήρια δύναμη της διαρκούς, επιθυμητής αλλαγής. Εκτός από τη δημιουργία κινήτρων και σκοπού για δραστηριότητες, το coaching σε ένα προσωπικό όραμα υποστηρίζεται ότι διεγείρει τα θετικά συναισθήματα, αντιλαμβανόμαστε νέες ιδέες και σαρώνουμε το περιβάλλον για πιθανές λύσεις. Επίσης είμαστε πιο ανοιχτοί σε άλλους ανθρώπους, και επικρατεί μια αίσθηση ασφάλειας που επιτρέπει στα άτομα να αντιμετωπίζουν τα δύσκολα ζητήματα, παρά να τα αποφεύγουν.

Πώς λειτουργεί το life coaching στον εγκέφαλο?

Σύμφωνα με έρευνες της νευροεπιστήμης, υποστηρίζεται ότι η ερώτηση που κάνουμε, επηρεάζει το αποτέλεσμα που θα ‘δούμε’. Συνεπώς, εκεί που εστιάζουμε, πραγματοποιούμε νέες συνδέσεις. Αυτή είναι και η έννοια της νευροπλαστικότητας, όπου η εστιασμένη προσοχή παίζει σημαντικό ρόλο στη δημιουργία φυσικών αλλαγών στον εγκέφαλο.

Οι συνδέσεις που κάνουμε επηρεάζουν σημαντικά την πραγματικότητα που βλέπουμε και πολλές φορές είναι πιο δυνατές και από την ίδια την εισερχόμενη πληροφορία. Με λίγα λόγια, αυτό που προσδοκούμε είναι αυτό που βιώνουμε. Όταν εστιάζουμε στις λύσεις, τις δημιουργούμε. Όταν εστιάζουμε στα προβλήματα, τα μεγενθύνουμε. Γι’ αυτό και στο coaching, υπάρχουν προσεγγίσεις που ενεργοποιούν περιοχές του εγκεφάλου που σχετίζονται με τη μεγάλη εικόνα, τη σκέψη, τη δέσμευση, το κίνητρο, τη ρύθμιση του άγχους και την παρασυμπαθητική ρύθμιση.

Ο ρόλος του Life Coach είναι να βοηθήσει τους πελάτες να επαναφέρουν και να συγκεντρώσουν την προσοχή τους στις σωστές σκέψεις. Eπιπλέον, μέσω των τεχνικών της ‘αντανάκλασης’ και του ΄φωτισμού’ στοιχείων, ο Coach ενθαρρύνει την επίγνωση, τη διαύγεια, τη διορατικότητα και έτσι δημιουργείται έκρηξη ενέργειας, που προκύπτει από τον σχηματισμό νέων συνδέσεων στον εγκέφαλο.

Η ενέργεια που παράγεται μπορεί να ωθήσει τους Πελάτες να ξεπεράσουν τον φόβο της αλλαγής και την αυτόματη ομοιοστατική απόκρισή τους. Επειδή αυτή η ενέργεια δεν διαρκεί για πολλή ώρα, είναι σημαντικό να οριζόνται άμεσα δράσεις και να αποτυπώνονται γραπτώς ενέργειες, για να μην ξεχαστούν. Το επόμενο βήμα είναι η δράση, μικρές, επαναλαμβανόμενες ενέργειες που μπορούν να αλλάξουν την λειτουργία του εγκεφάλου. Επιπλέον, ο Coach ενθαρρύνει τον Πελάτη να παίρνει πολλές μικρές αποφάσεις στο δρόμο προς μια μεγάλη απόφαση, επειδή κάθε βήμα στο δρόμο προς την επιλεγμένη διαδρομή θα αυξήσει τη δέσμευση για αυτήν την τελική απόφαση. Κάθε φορά που κάνουμε ένα μικρό βήμα προς τα εμπρός, επιβραβεύουμε τον εγκέφαλο και το σήμα του γίνεται πιο δυνατό, ωθώντας μας προς την κατεύθυνση της επιθυμητής αλλαγής.

Από τα παραπάνω συμπεραίνουμε ότι είναι:

  • σωστότερο για τους Πελάτες να δημιουργούν τις δικές τους επιλογές και απαντήσεις, αντί να λαμβάνουν συμβουλές, προκειμένου να βιώσουν οι ίδιοι αυτό το κύκλωμα στον εγκέφαλό τους και να ενεργοποιήσουν νέες εγκεφαλικές συνδέσεις,
  • καλύτερο να επικεντρώνονται σε λύσεις και όχι σε προβλήματα,
  • σοφό να βάζουν στόχους και να τους καταγράφουν.
  • σημαντικό για έναν Coach να μην κρίνει και να παρέχει μια εποικοδομητική ανατροφοδότηση.

Ο ελάχιστος χρόνος για την έναρξη της αλλαγής είναι 3 εβδομάδες, με μέσο όρο τις 6 εβδομάδες για τη δημιουργία βρόχων ή νέων μονοπατιών στον εγκέφαλο. Μόλις παρέλθει αυτό το διάστημα, ο εγκέφαλος δεν καταναλώνει πια τόσους πόρους για την εκμάθηση νέων συμπεριφορών. Αρχίζει δηλαδή και γίνεται συνήθεια, οπότε θα αρχίσει σταδιακά να τρέχει στον αυτόματο πιλότο.

Comments are closed.